Κουνούπια χωρίς αρρώστιες


«Το κουνούπι έχει τόση βιολογική απόσταση από τη μύγα όση και το κοτόπουλο από τους ανθρώπους. Σε ό,τι αφορά την εξέλιξή τους, μύγες και κουνούπια χωρίστηκαν πριν από 200 εκατομμύρια χρόνια».

Ο Φώτης Καφάτος ανέλαβε το 1993 γενικός διευθυντής του Ευρωπαϊκού Εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας (ΕΜΒL), το οποίο εδρεύει στη Χαϊδελβέργη. Πριν από λίγο καιρό, μια βρετανική ομάδα με την οποία συνεργάζεται η ομάδα του Έλληνα επιστήμονα ανακοίνωσε ότι παρήγαγε το πρώτο διαγονιδιακό κουνούπι, ένα φωσφορίζον έντομο η χρησιμότητα του οποίου προς το παρόν έγκειται στον εντοπισμό των ζώων που έχουν ενσωματώσει ξένα γονίδια. Όπως επισημαίνει όμως ο κ. Καφάτος, οι προοπτικές αυτού του επιστημονικού επιτεύγματος είναι πολύ ευρύτερες, αφού ανοίγει ο δρόμος για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της ελονοσίας, μιας ασθένειας από την οποία κάθε χρόνο πεθαίνουν σε όλον τον κόσμο ένα εκατομμύριο άνθρωποι (εικ. 1, 2).

Εικόνα 1. Κάθε χρόνο ένα εκατομμύριο άνθρωποι πεθαίνουν από ελονοσία.

Εικόνα 2. Τρόπος μετάδοσης της ελονοσίας.

Η "ανάγνωση" του γονιδιώματος του κουνουπιού δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, λέει ο Έλληνας επιστήμονας. «Έχουμε απομονώσει 3.000 γονίδια, τα οποία υπολογίζουμε ότι αντιστοιχούν στο 15% του συνόλου. Στη συνέχεια αρχίσαμε να συγκρίνουμε τα γονίδια αυτά με το γονιδίωμα της δροσόφιλας, αυτής της μικροσκοπικής μύγας των φρούτων με την τέλεια ανάπτυξη. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι μια συγκεκριμένη περιοχή του γονιδιώματος του κουνουπιού όπου υπάρχουν γονίδια τα οποία καθορίζουν αν το παράσιτο της ελονοσίας θα ευδοκιμήσει ή όχι στο έντομο».

Σε τι όμως χρησιμεύουν τα γενετικά τροποποιημένα κουνούπια; «Μελετώντας τις τεχνικές που μας επιτρέπουν να μελετήσουμε τις λειτουργίες των γονιδίων του κουνουπιού, μας ήλθε η ιδέα της γενετικής μετάλλαξης. Συνεργαζόμαστε στον τομέα αυτόν με διάφορες επιστημονικές ομάδες από την Ευρώπη. Αναζητούμε το γονίδιο που θα μπορέσει να εμποδίσει τη μετάδοση του παρασίτου, καθώς υπάρχουν κατηγορίες κουνουπιών τα οποία δε μεταδίδουν το παράσιτο και άλλες κατηγορίες εντόμων που είναι πολύ πιο ευάλωτα. Πρέπει λοιπόν πρώτα να κατανοήσουμε αυτά τα γονίδια, να τα ανακαλύψουμε, να τα απομονώσουμε. Ο τελικός στόχος μας είναι όλα τα κουνούπια να παύσουν να μεταδίδουν το παράσιτο. Και μία από τις οδούς που μπορούμε να ακολουθήσουμε είναι η γενετική. Εάν παρασκευάσουμε διαγονιδιακά κουνούπια τα οποία δεν θα μεταδίδουν τη νόσο, θα επιδιώξουμε να κυριαρχήσουν στη φύση, παίρνοντας τη θέση εκείνων που τη μεταδίδουν».

Και γιατί δεν σκοτώνουμε όλα τα κουνούπια του κόσμου, να τελειώνουμε; «Έγινε μια τέτοια προσπάθεια τη δεκαετία του '40 και στις αρχές της δεκαετίας του '50, με τη χρησιμοποίηση του DDΤ. Η ουσία αυτή όμως είναι πολύ βλαβερή για το περιβάλλον. Χρειάζεται έτσι μια πιο έξυπνη μορφή για τον έλεγχο των κουνουπιών, όπως ο εφοδιασμός τους με γονίδια που δεν θα μεταδίδουν την ασθένεια».

Εφημερίδα " ΤΑ ΝΕΑ"
του Φώτη Καφάτου
17 Νοεμβρίου 2000 -
Προσαρμογή από το ΚΠΕ Καστοριάς
Εικόνα 1:
www.sbri.org/mission/ disease/malaria.asp
Εικόνα 2:
MILLER T. G., "Living in the Environment: Principles, Connections and Solutions",
σελ. 273 - Προσαρμογή από το ΚΠΕ Καστοριάς