Μακριά από αυτοσχεδιασμούς

Η κατανόηση του λειτουργικού ρόλου της βιοποικιλότητας είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την Οικολογία και τις περιβαλλοντικές επιστήμες στην ευρεία τους έννοια. Η Οικολογία ως επιστήμη χαρακτηρίζεται από μια μείζονα μεθοδολογική διχοτόμηση στην προσέγγιση του έμβιου κόσμου. Η πληθυσμιακή (ή κοινοτική) προσέγγιση εστιάζει το ενδιαφέρον της στους οργανισμούς και στις δομές που αυτοί συγκροτούν: πληθυσμούς και κοινωνίες. Ζητούμενο είναι η κατανόηση των μηχανισμών που καθορίζουν τα δημογραφικά μεγέθη των ειδών που αλληλεπιδρούν σε ένα συγκεκριμένο περιβαλλοντικό πλαίσιο. Η οικοσυστημική προσέγγιση εστιάζει το ενδιαφέρον της στις ροές της ενέργειας, της ύλης και των χημικών στοιχείων στις διάφορες κλίμακες της βιόσφαιρας. Ζητούμενο είναι η εκτίμηση των μεγεθών, των ρυθμών και των μηχανισμών που καθορίζουν αυτές τις ροές. Μεθοδολογικά οι δύο αυτές προσεγγίσεις άγονται από διαφορετικές αντιλήψεις για τη φύση, γι' αυτό και συχνά γράφεται ότι η Οικολογία βρίσκεται πολύ μακριά από την εδραίωση ενός ενιαίου μοντέλου για τον κόσμο, και κατά συνέπεια από ένα πλήρες πρότυπο πρόγνωσής του.

Η διαπίστωση ότι οι ροές ενέργειας, ύλης και χημικών στοιχείων στα οικοσυστήματα πραγματώνονται από αλληλεπιδρώντες διακριτούς οργανισμούς ανοίγει ένα σημαντικό πεδίο ενοποίησης των πληθυσμικών και οικοσυστημικών διεργασιών και προσφέρει ένα ουσιαστικό υπόβαθρο για την αναζήτηση μιας ενιαίας θεώρησης της φύσης. Και επιπλέον διατυπώνει, με όρους αυστηρής επιστήμης, το κρισιμότερο ίσως ερώτημα αναφορικά με την ανάγκη διατήρησης των ειδών: πόσο επηρεάζει την αποτελεσματικότητα των διαφόρων οικοσυστημικών λειτουργιών η απώλεια των επί μέρους ειδών; Οι οικοσυστημικές αυτές διεργασίες είναι βασικές και απαραίτητες υπηρεσίες υποστήριξης της ανθρώπινης ζωής, τις οποίες η κοινωνία απολαμβάνει δωρεάν από τη φύση και στηρίζει σε αυτές την ευημερία και την ευμάρειά της.

Η κατανόηση επομένως του γεγονότος του λειτουργικού ρόλου των ειδών στη διεκπεραίωση και στην αποδοτικότητα των οικοσυστημάτων προσφέρει, πέραν της επιστημονικής αξίας της, μια ωφελιμιστική αξιολόγηση του έμβιου κόσμου, που παρά τον κυνισμό της ­ ή λόγω αυτού ­ αναδεικνύεται στον πειστικότερο ίσως παράγοντα υπέρ της προστασίας της φύσης.

Πολλοί υποτιμούν τη σημασία και των ερωτημάτων και της μεθοδολογικής πρόκλησης που θέτει η μελέτη της βιοποικιλότητας στη σύγχρονη επιστήμη. Ατυχώς έτσι ακυρώνουν τη μόνη ουσιαστική οδό για τη διαμόρφωση μιας περιβαλλοντικής πολιτικής, εδραιωμένης σε έγκυρη γνώση, μακριά από πολιτικάντικους αυτοσχεδιασμούς και επιρροές "καλοπροαίρετων" ή "κακοπροαίρετων" ομάδων και κύκλων. Και τούτο είναι ίσως το σημαντικότερο έλλειμμα για την κοινωνία σε έναν πλανήτη υπό ραγδαία μεταβολή.

Εφημερίδα "ΤΟ ΒΗΜΑ"
του Ανδρέα Τρούμπη, καθηγητή Οικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και
διευθυντή Εργαστηρίου Διαχείρισης Βιοποικιλότητας
στο τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου
19 Νοεμβρίου 2000