Ο Πίθηκος που γύρισε από το Κρύο

Rhinopithecus bieti

Τον θεωρούσαν εξαφανισμένο, αφού τα ίχνη του είχαν χαθεί επί 70 χρόνια. Ύστερα, το 1967, ο Rhinopithecus bieti, ο κινεζικός πίθηκος με την κοντή, ανασηκωμένη μύτη, κάνει και πάλι την εμφάνισή του με τη μορφή οκτώ κομματιών γούνας στις αγορές της επαρχίας Γιουνάν, στη νοτιοδυτική Κίνα. Σήμερα, χάρη στην αποστολή του Αμερικανού Κρέιγκ Κερκπάτρικ σε αυτή την ορεινή περιοχή, έχουμε στα χέρια μας τις πρώτες φωτογραφίες του δενδρόβιου αυτού πιθήκου στο φυσικό του περιβάλλον. Όμως με λιγότερα από 1500 καταγεγραμμένα άτομα, εξακολουθεί να είναι απειλούμενο είδος.

Η ανασηκωμένη μύτη και τα σαρκώδη χείλη του με το ροζ-κουφετί τους χρώμα του χαρίζουν μια εντυπωσιακή εμφάνιση που συμπληρώνεται με τη μακριά και λαμπερή γούνα του, στην οποία οφείλει την ονομασία "χρυσός πίθηκος". Αυτή η γούνα, που πουλιέται πολύ ακριβά, χρησιμεύει για να τον προστατεύει από το κρύο. Ο Rhinopithecus bieti θεωρείται το Πρωτεύον που ζει στο μεγαλύτερο υψόμετρο, μεταξύ 3.000 και 4.500 μέτρων. Εκεί ψηλά τρέφεται με λειχήνες που φυτρώνουν πάνω σε έλατα.

Η πρώτη φορά που ο Κερκπάτρικ ήρθε σε επαφή με το χρυσό πίθηκο ήταν το 1987, όταν ταξίδεψε στην επαρχία Γιουνάν. Γοητευμένος από το τραχύ τοπίο, αποφάσισε να ξαναγυρίσει. Δύο χρόνια αργότερα συνεργάστηκε με τον Λονγκ Γιονγκ Τσενγκ του Ζωολογικού Ινστιτούτου του Κουνμίνγκ, πρωτεύουσας της επαρχίας, στο πλαίσιο ενός προγράμματος για τη μελέτη και την προστασία του ρινοπίθηκου.

Στο βορειοδυτικό τμήμα της Γιουνάν, απόκρημνες οροσειρές, που ορθώνονται επιβλητικές σε ύψος 5.500 μέτρων, εκτείνονται η μια μετά την άλλη σε μήκος εκατοντάδων χιλιομέτρων, ενώ ανάμεσά τους κυλούν τρεις από τους μεγαλύτερους ασιατικούς ποταμούς: ο Σάλουην, ο Μεκόνγκ και ο Γιανγκτσέ.

Η έρευνα πεδίου των δύο πρώτων χρόνων απέδειξε ότι 1.000 με 1.500 ρινοπίθηκοι κατοικούν, χωρισμένοι σε 13 απομονωμένους πληθυσμούς, σε μια ζώνη ελατόδασους πλάτους 50 και μήκους 500 περίπου χιλιομέτρων κατά μήκος της κορυφογραμμής των ορέων Γιουνλίνγκ, ανάμεσα στον Γιανγκτσέ και τον Μεκόνγκ.

Το 1992 ο Κερκπάτρικ και η ομάδα του ένωσαν τις δυνάμεις τους με δύο Θιβετιανούς ερευνητές, τον Ζονγκ Τάι και τον Χσιάο Λιν από την Περιοχή Φυσικής Προστασίας Μπαϊμαχσουεσάν για την πρώτη μακροχρόνια έρευνα πεδίου. Επέλεξαν μια θέση κοντά στο θιβετιανό χωριό Βουγιαπίγια, στο βόρειο τμήμα της προστατευόμενης περιοχής. Σκαρφαλωμένοι σε βραχώδη υψώματα με πανοραμική θέα στο δάσος, παρακολουθούσαν τους πιθήκους από το πρωί ως το βράδυ. Έχοντας πέσει πολλές φορές θύματα κυνηγών, οι ρινοπίθηκοι ενοχλούνται από την ανθρώπινη παρουσία, γεγονός που έκανε τους ερευνητές να διατηρούν στην αρχή μια απόσταση 300 μέτρων, που σταδιακά μειώθηκε στα 100 και σε ορισμένες περιπτώσεις στα 15 μέτρα.

Στο τέλος του καλοκαιριού - εποχή αναπαραγωγής - άκουγαν συχνά τις θορυβώδεις φιλονικίες των αρσενικών, που ήταν πραγματικά υπέροχα ζώα και μερικά από αυτά ξεπερνούσαν σε βάρος τα 18 κιλά. Οι πίθηκοι αυτοί εξακολουθούσαν να παραμένουν σε υψόμετρο περίπου 4.300 μέτρων, ακόμη και στην καρδιά του χειμώνα, όταν το κρύο γινόταν παγερό και έπεφτε άφθονο χιόνι. Το Μάιο και τον Ιούνιο του 1994, τους τελευταίους μήνες της έρευνας, εμφανίστηκαν τα μικρά με την κατάλευκη γούνα τους, που είχαν όλα γεννηθεί μεταξύ Μαρτίου και Απριλίου, να μπουσουλούν παιχνιδιάρικα ανάμεσα στα δέντρα, στα πρώτα τους βήματα μακριά από τη μητέρα τους.

Όπως αποκαλύφθηκε, οι πίθηκοι του Βουγιαπίγια ζούσαν σε μια μεγάλη αγέλη που αριθμούσε πάνω από 175 άτομα και την οποία συγκροτούσαν 16 με 17 μικρότερες ομάδες, καθεμιά από τις οποίες απαρτιζόταν από έναν αριθμό θηλυκών (πέντε κατ' ανώτατο όριο), μαζί με τα παιδιά τους κι ένα αρσενικό. Η αγέλη ολόκληρη κάλυπτε κάθε φορά μια περιοχή σε σχήμα κύκλου με διάμετρο μέχρι 150 μέτρα. Επίσης η επικράτεια κάθε ομάδας καταλαμβάνει ασυνήθιστα μεγάλη έκταση: 40 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η αιτία που εξηγεί την κοινωνική οργάνωση των ρινοπίθηκων σε πολυπληθείς αγέλες και τη μεγάλη έκταση της επικράτειας τους είναι οι διατροφικές τους συνήθειες. Επειδή οι λειχήνες που φυτρώνουν πάνω στους κορμούς των δέντρων αναπτύσσονται με αργό ρυθμό, μια περιοχή όπου τις έχουν φάει όλες χρειάζεται 20 χρόνια για να επανέλθει. Έτσι αν παραμείνουν όλοι μαζί, ελαχιστοποιούν τις πιθανότητες να ψάχνουν για τροφή σε περιοχές όπου οι λειχήνες έχουν ήδη εξαντληθεί. Η προστασία έναντι των εχθρών θα μπορούσε να είναι ένας πρόσθετος λόγος, αν και 175 άτομα είναι παραπάνω από αρκετά για να αντιμετωπίσουν έναν επίδοξο εισβολέα. Παρά το ότι στην περιοχή ζουν χρυσαετοί, λύκοι, πάνθηρες των χιονιών και νεφελώδεις λεοπαρδάλεις, δεν παρατηρήθηκε καμιά επίθεση εναντίον ρινοπίθηκων.

Οι ρινοπίθηκοι με την ανασηκωμένη μύτη αποτελούν δημοφιλή εκθέματα των ζωολογικών κήπων της Κίνας και οι Κινέζοι διαφημιστές χρησιμοποιούν την εικόνα τους για να προωθήσουν κάθε λογής προϊόντα, από τσιγάρα μέχρι απορρυπαντικά. Δυστυχώς η τρυφερότητα που αισθάνεται ο κινεζικός λαός για τον αξιαγάπητο αυτό πίθηκο δε στάθηκε ικανή να τον σώσει από το κυνήγι και τη συρρίκνωση των βιοτόπων του, παράγοντες που ευθύνονται για το χαρακτηρισμό το ως απειλούμενου είδους. Αυτό που συχνά δυσχεραίνει τις προσπάθειες για τη διάσωση του είδους είναι η άγνοια. Έτσι, χρέος των ανθρώπων που μελετούν τη φύση είναι να συντονίσουν τις ενέργειές τους με γνώμονα όχι μόνο την έρευνα αλλά και την προστασία, φροντίζοντας παράλληλα να ευαισθητοποιήσουν το κοινό.

ΓΑΙΟΡΑΜΑ EXRERIMENT
του Γιάννη Παπαματθαίου
Ιούλιος - Αύγουστος 1999, τεύχος 32ο