ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ

 
 

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (Α.Π.Ε.): πηγές ενέργειας που ανανεώνονται μέσω φυσικών διεργασιών, είναι δηλαδή πρακτικά ανεξάντλητες (ηλιακή, αιολική, γεωθερμική, υδραυλική, παλιρροϊκή, ενέργεια κυμάτων, ενέργεια βιομάζας)

 

Αναπνοή (κυτταρική αναπνοή): καταβολική διαδικασία που πραγματοποιείται στα κύτταρα των οργανισμών και κατά την οποία πολύπλοκα οργανικά μόρια (υδατάνθρακες, λίπη, πρωτεΐνες) οξειδώνονται απελευθερώνοντας ενέργεια, που είναι απαραίτητη σε άλλες κυτταρικές διαδικασίες

 

Ατμόσφαιρα: στρώμα αέρα που περιβάλλει τη Γη και συγκρατείται λόγω της βαρύτητάς της. Η ξηρή ατμόσφαιρα αποτελεί μίγμα πολλών αερίων, με τα μεγαλύτερα ποσοστά σε όγκο να κατέχουν το άζωτο (περίπου 78%) και το οξυγόνο (περίπου 21%). Σε πολύ μικρές συγκεντρώσεις ανιχνεύονται αργό, διοξείδιο του άνθρακα, νέο, ήλιο, μεθάνιο, κρυπτό, υδρογόνο, ξένο, όζον κ.ά. Τη σύσταση της ατμόσφαιρας συμπληρώνουν αιωρούμενα σωματίδια και υδρατμοί με συγκεντρώσεις που μπορεί να μεταβάλλονται σημαντικά.

 

Ατμοσφαιρικά αιωρούμενα σωματίδια: σωματίδια στερεής ή υγρής φάσης, που αιωρούνται στην ατμόσφαιρα για μερικές ώρες ή και για πολύ μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα. Η διάμετρός τους κυμαίνεται συνήθως ανάμεσα στα 0,01 και 10 μικρόμετρα (1 μικρόμετρο είναι ίσο με ένα εκατομμυριοστό του μέτρου) και η προέλευσή τους μπορεί να είναι φυσική ή ανθρωπογενής. Τα αιωρούμενα σωματίδια επιδρούν στο κλίμα άμεσα, ανακλώντας και απορροφώντας την προσπίπτουσα ηλιακή ακτινοβολία και έμμεσα, δρώντας ως πυρήνες συμπύκνωσης των νεφών και μεταβάλλοντας τις οπτικές ιδιότητες και τη διάρκεια ζωής τους.

 
Ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα: όλες οι μορφές του νερού που προέρχονται από την ατμόσφαιρα και καταλήγουν στη Γη λόγω βαρύτητας (βροχή, χιόνι, χιονόνερο, χαλάζι κ.ά.). Τα ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα αποτελούν προϊόντα συμπύκνωσης των ατμοσφαιρικών υδρατμών.
 

Αυξητικοί δακτύλιοι κορμών δέντρων: ευδιάκριτοι δακτύλιοι σε εγκάρσιες τομές κορμών δέντρων που αναπτύσσονται σε περιοχές με εύκρατο κλίμα. Κάθε χρόνο σχηματίζεται ένας αυξητικός δακτύλιος και ο υπολογισμός του πλήθους τους επιτρέπει τον προσδιορισμό της ηλικίας του δέντρου.
Στις εύκρατες περιοχές ο ρυθμός ανάπτυξης των δέντρων διαφοροποιείται ανάλογα με την εποχή του έτους. Οι ψυχροί χειμερινοί μήνες είναι δυσμενείς για την ανάπτυξη των δέντρων, ενώ η περίοδος της άνοιξης την ευνοεί. Στη διάρκεια της άνοιξης, τα νέα κύτταρα του κορμού σχηματίζονται με ταχύ ρυθμό, είναι μεγάλα και περιβάλλονται από λεπτό κυτταρικό τοίχωμα. Στους επόμενους μήνες και καθώς η ανάπτυξη του δέντρου επιβραδύνεται, τα νέα κύτταρα του κορμού είναι μικρότερα και περιβάλλονται από πιο παχύ κυτταρικό τοίχωμα. Τα μεγαλύτερα, λεπτότοιχα κύτταρα είναι ανοιχτόχρωμα, ενώ τα μικρότερα κύτταρα με το παχύ κυτταρικό τοίχωμα είναι σκουρόχρωμα. Κάθε αυξητικός δακτύλιος αποτελείται από τα δύο διαφορετικά στρώματα κυττάρων που περιγράφονται.
Διαφορές στο πάχος των αυξητικών δακτυλίων και η εμφάνιση επιμέρους χαρακτηριστικών που σχετίζονται, για παράδειγμα, με το χρώμα και τη μορφή των δομικών στοιχείων των δακτυλίων, αποτελούν ενδείξεις των περιβαλλοντικών συνθηκών κατά την ανάπτυξη του φυτού (διαφοροποιήσεις στη μέση ετήσια θερμοκρασία, εμφάνιση περιόδων ξηρασίας, εκδήλωση πυρκαγιών κ.λπ.).

 

Βιοκοινότητα: το σύνολο των πληθυσμών διαφορετικών ειδών που συνυπάρχουν στον χώρο και στον χρόνο και οι σχέσεις αλληλεπίδρασης που αναπτύσσονται μεταξύ τους

 

Βιομάζα: ύλη βιολογικής (οργανικής) προέλευσης, που συγκαταλέγεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Δασικά και γεωργικά υπολείμματα (καυσόξυλα, κλαδοδέματα, άχυρα, πριονίδια, κουκούτσια κ.ά.), προϊόντα ενεργειακών φυτειών, ζωικά απόβλητα, αστικά απορρίμματα και υπολείμματα της βιομηχανίας τροφίμων μπορούν να αξιοποιηθούν για την παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας και υγρών βιοκαυσίμων (βιοαιθανόλης, βιοντίζελ κ.ά.).

 

Βιοποικιλότητα: η ποικιλία των ζωντανών οργανισμών (χερσαίων, θαλάσσιων και άλλων υδατικών) και των οικολογικών συμπλεγμάτων που σχηματίζουν (Πρόγραμμα Περιβάλλοντος Ηνωμένων Εθνών - UNEP, Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα, Ρίο, 1992). Η έννοια της βιοποικιλότητας περιλαμβάνει τις γενετικές διαφορές ανάμεσα στα άτομα του ίδιου πληθυσμού και τις γενετικές διαφορές ανάμεσα στους πληθυσμούς του ίδιου είδους, την ποικιλία των ειδών, την ποικιλία των οικοσυστημάτων, των βιοκοινοτήτων και τοπίων. Στην έννοια της βιοποικιλότητας συμπεριλαμβάνεται και η ποικιλία των ανθρώπινων πολιτισμών.

 

Βιότοπος: περιοχή στην οποία ζει και αναπαράγεται ένας οργανισμός, ένας πληθυσμός ή μία βιοκοινότητα

 

Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (Intergovernmental Panel on Climate Change, IPCC): επιτροπή που ιδρύθηκε το 1988 από τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (World Meteorological Organization, WMO) και το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Environment Programme, UNEP) και η λειτουργία της στοχεύει στη σύνθεση και επανεξέταση επιστημονικών δεδομένων για την πληρέστερη κατανόηση των ανθρωπογενών αιτιών της σύγχρονης κλιματικής αλλαγής, στη διερεύνηση των περιβαλλοντικών και κοινωνικο-οικονομικών επιπτώσεών της και στην αξιολόγηση στρατηγικών που αποβλέπουν στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση των ενεχόμενων κινδύνων. Το έργο της Επιτροπής ενισχύουν εθελοντικά χιλιάδες επιστήμονες από όλον τον κόσμο.

 

Είδος: ένας πληθυσμός ή μία ομάδα πληθυσμών τα άτομα των οποίων μπορούν να διασταυρωθούν μεταξύ τους δίνοντας γόνιμους απογόνους. Τα άτομα ενός είδους είναι αναπαραγωγικά απομονωμένα από τα άτομα διαφορετικών ειδών. Τα υβρίδια, οργανισμοί που προέρχονται από τη διασταύρωση ατόμων διαφορετικών ειδών, είναι συνήθως στείρα. Σε αγενώς αναπαραγόμενους οργανισμούς, στους οποίους δεν μπορεί να εφαρμοστεί το κριτήριο της διασταύρωσης, η έννοια του είδους υποδηλώνει την εμφάνιση κοινών φαινοτυπικών ή γονοτυπικών γνωρισμάτων στους οργανισμούς που το συγκροτούν.
Ταξινομική κατηγορία ευρύτερη του είδους είναι το γένος. Η επιστημονική ονομασία ενός είδους αποτελείται από δύο λατινικά ονόματα, με το πρώτο να αντιστοιχεί στο γένος του είδους.

 

Ενδιαίτημα: γεωγραφική περιοχή (ή τύπος περιβάλλοντος) στην οποία ζει ή εμφανίζεται ένας οργανισμός ή ένας πληθυσμός και τα χαρακτηριστικά της, βιοτικά και αβιοτικά

 

Ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία: ενέργεια με τη μορφή κυμάτων. Τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα δημιουργούνται από μεταβαλλόμενα ηλεκτρικά και μαγνητικά πεδία, κάθετα μεταξύ τους και κάθετα στη διεύθυνση διάδοσης του κύματος. Διαδίδονται στο κενό με ταχύτητα ίση με την ταχύτητα του φωτός και με μικρότερη ταχύτητα μέσω υλικών σωμάτων. Με κριτήριο τη συχνότητά τους, τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα διακρίνονται σε ραδιοκύματα, μικροκύματα, υπέρυθρα, οπτικά (κύματα ορατού φωτός), υπεριώδη, ακτίνες Χ και ακτίνες γ.

 

Ηλεκτρομαγνητικό φάσμα: το εύρος της περιοχής συχνοτήτων που καλύπτουν τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα

 

Καιρός: η κατάσταση της ατμόσφαιρας, οι επικρατούσες μετεωρολογικές συνθήκες σε μία περιοχή για ένα συγκεκριμένο και σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα (ατμοσφαιρική πίεση, θερμοκρασία, υγρασία, βροχοπτώσεις, χιονοπτώσεις, νεφώσεις, ένταση ανέμων κ.λπ.)

 

Κλίμα: το σύνολο των μετεωρολογικών φαινομένων που εκδηλώνονται στη διάρκεια μίας μακράς χρονικής περιόδου σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή και χαρακτηρίζουν τόσο τη μέση κατάσταση της ατμόσφαιρας όσο και τη συχνότητα και την ένταση των μεταβολών της. Το κλίμα αναφέρεται συχνά ως ο "μέσος καιρός" μίας περιοχής και περιγράφεται από τις μέσες τιμές και τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας, των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων και των ανέμων για μία μακρά χρονική περίοδο, που μπορεί να αντιστοιχεί σε μήνες, σε χιλιάδες ή και σε εκατομμύρια χρόνια (η συνήθης περίοδος αναφοράς αντιστοιχεί σε 30 χρόνια).

 

Κλιματικό σύστημα: ένα σύνθετο, πολυπαραγοντικό σύστημα. Διαμορφώνεται από την ατμόσφαιρα, την υδρόσφαιρα (τις υδάτινες επιφάνειες του πλανήτη, τα υπόγεια αποθέματα νερού και τους υδρατμούς της ατμόσφαιρας), την κρυόσφαιρα (το χιόνι και τον πάγο χερσαίων και υδάτινων εκτάσεων συμπεριλαμβανομένου του παγωμένου, μόνιμα ή εποχικά, εδάφους), τα χαρακτηριστικά των χερσαίων επιφανειών, τους βιολογικούς πληθυσμούς και τις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις.
Στη δυναμική φύση του κλιματικού συστήματος, λόγω συνεχούς αλληλεπίδρασης των παραγόντων που το συνιστούν, αποδίδεται η διαχρονική μεταβολή των κλιματικών συνθηκών. Φυσικά φαινόμενα, όπως οι διακυμάνσεις της ηλιακής δραστηριότητας και οι ηφαιστειακές εκρήξεις, αλλά και ανθρωπογενείς επιδράσεις στη χημική σύσταση της ατμόσφαιρας και αλλαγές στις χρήσεις γης μπορούν, επίσης, να προκαλέσουν διαφοροποιήσεις στο κλίμα.

 

Κρυόσφαιρα: το παγωμένο τμήμα του πλανήτη και o δεύτερος πιο σημαντικός παράγοντας διαμόρφωσης του κλιματικού συστήματος, μετά τους ωκεανούς. Η κρυόσφαιρα περιλαμβάνει το μόνιμο ή εποχικό χιόνι και τα αποθέματα πάγου των χερσαίων επιφανειών, του εδάφους, των θαλασσών, των ποταμών και των λιμνών.

 

Λευκαύγεια: η ανακλαστικότητα μίας επιφάνειας ή ενός σώματος, ο λόγος της ανακλώμενης προς την προσπίπτουσα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία στην επιφάνεια ή στο σώμα (εκφράζεται συνήθως ως ποσοστό επί τοις εκατό). Η λευκαύγεια επιφανειών που καλύπτονται από χιόνι ή πάγο είναι υψηλή, ενώ οι περιοχές με φυτική κάλυψη και οι ωκεανοί χαρακτηρίζονται από χαμηλή λευκαύγεια.

 

Μετεωρολογία: κλάδος των Φυσικών Επιστημών που ασχολείται με φαινόμενα που εκδηλώνονται στην ατμόσφαιρα της Γης, με τη συστηματική μελέτη των μεταβολών της ατμοσφαιρικής πίεσης, της θερμοκρασίας, των ανέμων, των νεφώσεων, της υγρασίας και των κατακρημνισμάτων (βροχής, χιονιού, χαλαζιού κ.ά.) και τη διερεύνηση των αιτιών που τις προκαλούν

 

Όζον: τριατομική μορφή του οξυγόνου (Ο3), αέριο συστατικό της ατμόσφαιρας. Το τροποσφαιρικό όζον συγκαταλέγεται στα αέρια του θερμοκηπίου και η παρουσία του σε υψηλές συγκεντρώσεις είναι τοξική για πολλούς οργανισμούς. Σχηματίζεται μέσω φυσικών διεργασιών και φωτοχημικών αντιδράσεων, στις οποίες συμμετέχουν αέρια που εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα λόγω ανθρώπινων δραστηριοτήτων (μονοξείδιο του άνθρακα, υποξείδιο του αζώτου, υδρογονάνθρακες κ.ά.). Το στρατοσφαιρικό όζον σχηματίζεται με την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας του ήλιου σε μόρια οξυγόνου. Το στρώμα του όζοντος της στρατόσφαιρας δρα ως φίλτρο απορρόφησης της υπεριώδους ακτινοβολίας προστατεύοντας τους ζωντανούς οργανισμούς από τις οξειδωτικές βλάβες που προκαλεί στα βιομόρια. Εκτιμάται ότι το 90% του ατμοσφαιρικού όζοντος βρίσκεται στη στρατόσφαιρα και το 10% στην τροπόσφαιρα.

 

Οικοσύστημα: το σύνολο των βιοτικών και αβιοτικών παραγόντων μίας περιοχής και των αλληλεπιδράσεων που αναπτύσσονται μεταξύ τους.

 
Παλαιοκλιματολογία: επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη των αλλαγών του κλίματος στη διάρκεια της ιστορίας της Γης (4,5 δισεκατομμύρια χρόνια περίπου).
Η εξέλιξη των Γεωεπιστημών έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη μεθόδων που επιτρέπουν την εκτίμηση των κλιματικών συνθηκών σε διαφορετικές περιόδους του γεωλογικού παρελθόντος. Για την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικών με τα χαρακτηριστικά του κλίματος στο παρελθόν, αξιοποιούνται πυρήνες πάγου (μέσω χημικών αναλύσεων σε εγκλωβισμένες φυσαλίδες αέρα), οι ετήσιοι αυξητικοί δακτύλιοι των δέντρων (το πάχος ή η πυκνότητα των αυξητικών δακτυλίων εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από τη θερμοκρασία κατά τη χρονική περίοδο του σχηματισμού τους), η ταυτοποίηση απολιθωμένων γυρεόκοκκων (γυρεόκοκκοι που ανιχνεύονται σε ιζήματα είναι ενδεικτικοί για τη χλωρίδα της εποχής κατά την οποία δημιουργήθηκαν τα ιζήματα και κατ΄ επέκταση για το κλίμα που επικρατούσε), μετρήσεις σε απολιθωμένα κελύφη θαλάσσιων μικροοργανισμών (εκτίμηση των ποσοστών των ισοτόπων του άνθρακα και του οξυγόνου στο ανθρακικό ασβέστιο των κελυφών), ιζήματα (ωκεάνια και λιμναία), πετρώματα, ιστορικά στοιχεία κ.ά.
 

Πλαγκτόν: μονοκύτταροι ή πολυκύτταροι, αυτότροφοι ή ετερότροφοι, επιπλέοντες ή σε εναιώρηση οργανισμοί των υδάτινων οικοσυστημάτων, που συνήθως μετακινούνται παρασυρόμενοι από τα ρεύματα του νερού, καθώς δεν διαθέτουν δυνατότητες ενεργητικής μετακίνησης ή διαθέτουν αλλά είναι περιορισμένες

 

Πληθυσμός: το σύνολο των ατόμων του ίδιου είδους που ζουν σε μία περιοχή, το ίδιο χρονικό διάστημα

 

Προστατευόμενες περιοχές: χερσαίες ή υδάτινες εκτάσεις η διαχείριση των οποίων, μέσω θεσμικών ή άλλων αποτελεσματικών μέτρων, αποσκοπεί στη διατήρηση της βιολογικής ποικιλίας τους συμπεριλαμβανομένων των σχετιζόμενων οικοσυστημικών υπηρεσιών και της πολιτισμικής  αξίας τους

 

Πρωτόκολλο του Κιότο: πρωτόκολλο της Σύμβασης - Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, που εγκρίθηκε από την παγκόσμια κοινότητα στις 11 Δεκεμβρίου 1997 στην πόλη Κιότο της Ιαπωνίας και τέθηκε σε ισχύ στις 16 Φεβρουαρίου του 2005. Απόρροια της διεθνούς συμφωνίας ήταν η δέσμευση των βιομηχανικών χωρών για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2012 ή περιορισμό του ρυθμού αύξησής τους.

 

pH: δείκτης της συγκέντρωσης των ιόντων υδρογόνου που προσδιορίζει την οξύτητα ή την αλκαλικότητα (βασικότητα) ενός υδατικού διαλύματος. Εκφράζεται ως ο αρνητικός δεκαδικός λογάριθμος της συγκέντρωσης κατιόντων υδρογόνου στο διάλυμα (γραμμάρια ή γραμμοϊόντα ανά λίτρο διαλύματος, -log[H+]). Οι τιμές του pH κυμαίνονται μεταξύ 0 και 14. Οι τιμές 0-6 αντιστοιχούν σε όξινα διαλύματα, η τιμή 7 σε ουδέτερα, ενώ οι τιμές 8-14 σε αλκαλικά.

 

Στρατόσφαιρα: στρώμα της ατμόσφαιρας, που εκτείνεται πάνω από την τροπόσφαιρα μέχρι το ύψος των 50-55 χιλιομέτρων από την επιφάνεια της Γης

 

Σύμβαση - Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (United Nations Framework Convention on Climate Change, UNFCCC): σύμβαση που υιοθετήθηκε από την παγκόσμια κοινότητα το 1992 και αφορά την ανάπτυξη δράσεων και τον συντονισμό τους σε διεθνές επίπεδο με στόχο τη μείωση των ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα και την πρόληψη των επικίνδυνων επιπτώσεών τους στο κλίμα. Η Σύμβαση - Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή τέθηκε σε ισχύ στις 21 Μαρτίου 1994 και έχει επικυρωθεί από 198 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.

 

Τροπόσφαιρα: το πλησιέστερο στην επιφάνεια της Γης στρώμα της ατμόσφαιρας, με πάχος που διαφοροποιείται ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος κάθε περιοχής και την εποχή του έτους. Στις πολικές περιοχές η τροπόσφαιρα εκτείνεται μέχρι το ύψος των 7-8 χιλιομέτρων, ενώ στις περιοχές κοντά στον Ισημερινό εκτείνεται μέχρι το ύψος των 16-17 χιλιομέτρων. Στην τροπόσφαιρα εκδηλώνεται το σύνολο σχεδόν των μετεωρολογικών φαινομένων (νεφώσεις, βροχή, χιόνι κ.ά.). Η θερμοκρασία της τροπόσφαιρας μειώνεται όσο αυξάνεται η απόσταση από την επιφάνεια της Γης.

 
Υγρότοποι: φυσικές ή τεχνητές περιοχές αποτελούμενες από έλη με ποώδη βλάστηση, από μη αποκλειστικώς ομβροδίαιτα έλη με τυρφώδες υπόστρωμα, από τυρφώδεις γαίες ή από νερό. Οι περιοχές αυτές είναι μόνιμα ή προσωρινά κατακλυζόμενες από νερό, το οποίο είναι στάσιμο ή τρεχούμενο, γλυκό, υφάλμυρο ή αλμυρό και περιλαμβάνουν επίσης εκείνες που καλύπτονται από θαλασσινό νερό το βάθος του οποίου κατά τη ρηχία δεν υπερβαίνει τα έξι μέτρα. Ουσιώδη γνωρίσματα της μεταβατικής ζώνης που παρεμβάλλεται μεταξύ των μόνιμα κατακλυσμένων και των καθαρά χερσαίων περιοχών, είναι η παρουσία υδροχαρούς βλάστησης και η ύπαρξη υδρομορφικών εδαφών, δηλαδή εδαφών που ανέπτυξαν ειδικά γνωρίσματα ως αποτέλεσμα της υψηλής υπόγειας στάθμης νερού (Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων - Υγροτόπων, https://www.ekby.gr/ekby/el/EKBY_Greek_Wetlands_el.html).
 

Υδρολογικός κύκλος ή κύκλος του νερού: το σύνολο των φυσικών φαινομένων που σχετίζονται με την παρουσία και την κίνηση του νερού στην ατμόσφαιρα, στην επιφάνεια της Γης και σε βαθύτερα στρώματα του φλοιού της και στα οποία εμπλέκονται βιοτικοί και αβιοτικοί παράγοντες και ποικίλες διεργασίες (εξάτμιση, συμπύκνωση, ατμοσφαιρική κατακρήμνιση, επιφανειακή και υπόγεια απορροή κ.ά.). Στα φυσικά φαινόμενα του υδρολογικού κύκλου, το νερό συμμετέχει και με τις τρεις μορφές (αέρια, υγρή, στερεή), ενώ απαραίτητη προϋπόθεση για την ανακύκλωσή του είναι η ηλιακή ενέργεια.

 

Υπεριώδης ακτινοβολία: ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με μήκη κύματος μικρότερα από τα μήκη κύματος του ορατού φωτός. Το μήκος κύματος των υπεριωδών ακτίνων κυμαίνεται μεταξύ 10nm και 400nm (1 nm = 1 δισεκατομμυριοστό του μέτρου).

 

Υπέρυθρη ακτινοβολία: ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με μήκη κύματος μεγαλύτερα από τα μήκη κύματος του ορατού φωτός. Το μήκος κύματος των υπέρυθρων ακτίνων κυμαίνεται μεταξύ 750nm (1 nm = 1 δισεκατομμυριοστό του μέτρου) και 1mm.

 

Φαινολογία: η μελέτη του χρόνου εκδήλωσης κάθε έτος ορισμένων φυσικών, περιοδικών φαινομένων που σχετίζονται με την ανάπτυξη των οργανισμών (π.χ. της ανθοφορίας, της φυλλόπτωσης, των μεταναστευτικών κινήσεων των πτηνών κ.ά.) και η συσχέτισή του με μεταβολές του καιρού ή του κλίματος

 

Φυσικό αέριο: ορυκτό καύσιμο, μίγμα αέριων υδρογονανθράκων με κύριο συστατικό το μεθάνιο (CH4) και σε μικρότερες συγκεντρώσεις το αιθάνιο (C2H6), το προπάνιο (C3H8), το βουτάνιο (C4H10), το διοξείδιο του άνθρακα (CO2), το οξυγόνο (Ο2), το άζωτο (N2), το νέον (Ne), το ήλιο (He), το ξένο (Xe) κ.ά.

 
Φωτοσύνθεση: μεταβολική διαδικασία μέσω της οποίας τα φυτά, ορισμένα πρώτιστα και βακτήρια συνθέτουν υδατάνθρακες από ανόργανες ενώσεις (νερό, διοξείδιο του άνθρακα) δεσμεύοντας φωτεινή ενέργεια
 
Χωροκατακτητικά ξενικά είδη: φυτά, ζώα, μύκητες ή μικροοργανισμοί που εισάγονται (τυχαία ή μέσω ανθρώπινων δραστηριοτήτων) σε ένα οικοσύστημα εκτός του φυσικού εύρους εξάπλωσής τους και η ανάπτυξη των πληθυσμών τους επηρεάζει δυσμενώς τα αυτόχθονα είδη και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες