"ΒΟΤΑΝΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ" Salvia pomifera (ελελίφασκος ο μηλοφόρος, μηλοσφακιά, αγριοσφακιά, αλιφασκιά, φασκομηλιά. φλασκομηλιά. φουσκομηλιά) Περιγραφή και οικολογία: μικρός αειθαλής θάμνος με όρθιο, τετραγωνικό βλαστό ύψους 50-100 εκ. που είναι χνουδωτός, φύλλα έμμισχα, σταχτιά, λίγο χνουδωτά και κοκκινοϊώδη άνθη. Ευδοκιμεί σε πετρώδη μέρη ημιορεινών περιοχών. Εξάπλωση: αυτοφύεται στην Ν. Ελλάδα, στην Κρήτη και στα νησιά του Αιγαίου Κατάσταση: κοινό Οικονομική σημασία: αρωματικό, μελισσοτροφικό, φαρμακευτικό Καθεστώς προστασίας: δεν υπάγεται σε κάποιο καθεστώς προστασίας Περιγραφή και οικολογία: πολυετή ή μονοετή φυτά με άνθη συνήθως κίτρινα σε σπονδύλους. Υπάρχουν διάφορα είδη όπως Sideritis syriaca, Sideritis curvidens Stapf κ.ά. Φυτρώνει σε βραχώδεις περιοχές της ορεινής και ημιορεινής ζώνης. Εξάπλωση: βρίσκεται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας Κατάσταση: κάποια από τα είδη είναι ενδημικά και κινδυνεύοντα ή απειλούμενα (υπάγονται μέσα στο IUCN Red Data Book ) Οικονομική σημασία: μελισσοτροφικό, φαρμακευτικό αρωματικό Περιγραφή και οικολογία: μικρός αειθαλής θάμνος με πολύκλαδο βλαστό, πυκνούς αδένες και 50 έως 100 εκ. ύψος. Τα φύλλα του είναι έμμισχα, αντίθετα, παχιά και ρυτιδώδη και τα ροδόχρωμα άνθη του σα μικρά τριαντάφυλλα. Ευδοκιμεί σε δροσερές και ημιορεινές περιοχές και σε ασβεστούχα χωράφια σχηματίζοντας θαμνότοπους κατά συστάδες. Εξάπλωση: αυτοφύεται στην Κρήτη, τη Χαλκιδική και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Περιγραφή και οικολογία: πολυετής πόα με όρθιο, απλό τετραγωνικό βλαστό ύψους 20-60 εκ. που είναι τριχωτός, φύλλα αντίθετα, αυγοειδή με λίγο χνούδι και λευκά άνθη σε ακραίους συμπαγής κορύμβους. Ευδοκιμεί σε ημιορεινές και πεδεινές περιοχές, όπως και σε ξηρικά χωράφια. Οικογένεια: Lamiaceae (Labiatae) Περιγραφή και οικολογία: πολυετές φυτό με πολύκλαδο όρθιο βλαστό ύψους 10-50 εκ. που είναι χνουδωτός. Έχει επίσης χνουδωτά, επιφυή, σταχτιά φύλλα και κοκκινοϊώδη άνθη σε στενά ακραία στάχυα. Ευοδοκιμεί σε ξηρά και άγονα μέρη ημιορεινών περιοχών. Εξάπλωση: αυτοφύεται σε όλη την Ελλάδα Κατάσταση: κοινό Οικονομική σημασία: αρωματικό, μελισσοτροφικό, φαρμακευτικό Οικογένεια: Lamiaceae Περιγραφή και οικολογία: μικρό αειθαλές φρύγανο με τετραγωνικό πολύκλαδο βλαστό μέχρι 20 εκ. που καλύπτεται από πυκνό άσπρο τρίχωμα, φύλλα δισκοειδή ή πλατειά ωοειδή και άνθη ανοικτά ρόδινα σε κορύμβους. Ευδοκιμεί σε δροσερές ημιορεινές περιοχές από τα επίπεδο της θάλασσας μέχρι και τα 1900 μέτρα και επίσης καλλιεργείται σε μικρή έκταση. Εξάπλωση: ενδημικό της Κρήτης, εξαπλώνεται σχεδόν σε όλα τα βουνά της Κατάσταση: εύτρωτο Οικονομική σημασία: αρωματικό, μελισσοτροφικό, φαρμακευτικό Περιγραφή και οικολογία: πολυετής πόα με ισχυρό όρθιο τετραγωνικό βλαστό, ύψους 15-25 εκατ., που είναι καλυμμένος με μικρό χνούδι, φύλλα έμισχα, αντίθετα και μικρά ροδόχρωμα άνθη. Ευδοκιμεί σε λιβάδια και χέρσα μέρη ημιορεινών περιοχών. Εξάπλωση: αυτοφύεται σε πολλά μέρη της Ελλάδας Κατάσταση: κοινό Οικονομική σημασία: αρωματικό, μελισσοτροφικό, φαρμακευτικό Καθεστώς προστασίας: δεν υπάγεται Οικογένεια: Apiaceae Περιγραφή και οικολογία: μονοετές, διετές ή πολυετές φυτό. Ο βλαστός του είναι όρθιος, ισχυρός λείος και πολύκλαδος με ύψος 1-1,5 μέτρο και τα φύλλα του είναι λεία, τριπλά ή πολλαπλά πτεροσχιδή. Τα άνθη του βρίσκονται σε ακραία σκιάδια και είναι μικρά και κίτρινα, ενώ ο καρπός (μαραθόσπορος) έχει κιτρινωπό, πράσινο ή γκριζοπράσινο χρώμα. Φυτρώνει σε ακαλλιέργητα μέρη πεδινών και ημιορεινών περιοχών κατά μήκος των δρόμων. Εξάπλωση: αυτοφύεται σε όλη την Ελλάδα Κατάσταση: κοινό Οικονοιιική σηιιασία: αρτυματικό, αρωματικό, μελισσοτροφικό, φαρμακευτικό Καθεστώς προστασίας: δεν υπάγεται Οικογένεια: Asteraceae (Compositae) Περιγραφή και οικολογία: πολυετής πόα με κοντό, διακλαδισμένο από τη βάση βλαστό, ύψους 4-18 εκ. με πτερόλοβα ή οδοντωτά φύλλα και κυανά άνθη. Φυτρώνει σε παραθαλάσσιες περιοχές. Εξάπλωση: αυτοφύεται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας Κατάσταση: κοινό Οικονομική σημασία: εδώδιμο, μελισσοτροφικό, φαρμακευτικό Καθεστώς προστασίας: δεν υπάγεται σε κάποιο καθεστώς προστασίας, ενώ συλλέγεται υπερβολικά και μειώνονται οι πληθυσμοί του.
Περιγραφή και οικολογία: μονοετές φυτό, με πτερυγωτό, αγκαθωτό βλαστό ύψους 15-90 εκ., φύλλα αγκαθωτά μεγάλα, πτερόλοβα ή πτεροσχιδή και κίτρινα ανθίδια. Φυτρώνει σε ακαλλιέργητες εκτάσεις χαμηλού υψομέτρου. Καθεστώς προστασίας: δεν υπάγεται Οικονένεια: Euphorbiacea Περιγραφή και οικολογία: μονοετές φυτό με όρθιο, λείο και απλό με σπατουλοειδή φύλλα στρογγυλεμένα στην άκρη, πριονωτά στο πάνω μέρος τους, βράκτια παρόμοια με τα φύλλα και σκιάδια με 5 ακτίνες. Ευδοκιμεί σε ξηρά, ασβεστούχα πεδινά μέρη. Κατάσταση: κοινό Οικονομική σηιιασία: φαρμακευτικό Καθεστώς προστασίας: δεν υπάγεται Οικογένεια: Asteraceae (Compositae) Περιγραφή και οικολογία: πολυετής πόα με όρθιο σκληρό και πολύκλαδο βλαστό ύψους 80-100 εκ. Ευδοκιμεί σε δροσερές πεδινές και ημιορεινές περιοχές. Εξάπλωση: αυτοφύεται σε όλη την Ελλάδα. Κατάσταση: κοινό Οικονομική σημασία: μελισσοτροφικό, εδώδιμο, φαρμακευτικό Οικογένεια: Malvaceae Περιγραφή και οικολογία: διετής ή πολυετής πόα με βλαστό όρθιο, ισχυρό και ξυλώδη, ύψους 1-2,5 μέτρων. Τα φύλλα του είναι μεγάλα, καρδιοειδή στη βάση, με 5-7 τριγωνικούς λοβούς, οδοντωτά, με αραιό τρίχωμα στην άνω και πυκνό στην κάτω επιφάνεια, ενώ τα μεγάλα, ρόδινα άνθη του βρίσκονται στις μασχάλες των φύλλων. Φυτρώνει σε ξηρούς παράκτιους τόπους. Εξάπλωση: αυτοφύεται σε πολλά μέρη της Ελλάδας.
Phoenix theophrasti Greuter (βάγια) Οικογένεια: Palmae Πειριγραφή και οικολογία: δένδρο με κορμό συνήθως όχι πάνω από 10 μέτρα που παράγει και άλλους πλάγιους κορμούς από την ίδια ρίζα, με γλαυκοπράσινα φύλλα και καστανοκίτρινο ινώδη μη φαγώσιμο καρπό. Συναντάται σε αμμώδεις υγρές κοιλάδες, κοντά στη θάλασσα. Εξάπλωση: ενδημικό της Κρήτης, γνωστό μόνο από 10 τοποθεσίες Kατάσταση: εύτρωτο Οικονομική σημασία: καλλωπιστικό, τουριστική αξία Καθεστώς προστασίας: περιλαμβάνεται στη συνθήκη της Βέρνης, την οδηγία 92/43/ΕΟΚ και το Π.Δ. 67/81 Myrtus communis (μυρτιά) Οικογένεια: Myrtaceae (Μυρτίδες) Περιγραφή και οικολογία: πολύκλαδος θάμνος ή δενδρύλιο ύψους 1-5 μ. Φύλλα ωοειδή ή λογχοειδή, λεία, σκουροπράσινα και γυαλιστερά. Άνθη μονήρη εύοσμα, λευκά που βγαίνουν στις μασχάλες των φύλλων. Καρποί ράγες, μικροί, σφαιρικοί, λευκού ή μαύρου χρώματος ή κυανομέλανοι. Φυτό των παραμεσογείων περιοχών.
Laurus nobilis (δάφνη) Καθεστώς προστασίας: δεν υπάγεται Οικογένεια: Apocynaceae Περιγραφή και οικολογία: αειθαλής θάμνος με ύψος 1 έως 5 μέτρα και χυμό δηλητηριώδη. Τα κλαδιά του βγαίνουν σε δέσμη κατευθείαν από την βάση, χωρίς κορμό και είναι όρθια και σκεπασμένα σε όλο το μήκος τους από φύλλα. Τα μεγάλα άνθη του φυτρώνουν σε μπουκέτα στην κορυφή των κλαδιών, έχουν πέντε πέταλα και ρόδινο, καμιά φορά άσπρο, κόκκινο ή κιτρινωπό χρώμα. Οι καρποί είναι στενόμακροι και όταν ωριμάσουν ανοίγουν κατά μήκος και ελευθερώνουν τα σπέρματα. Φυτρώνει στις όχθες ποταμιών, στις κοίτες ρυακιών και χειμάρρων, όπως και σε χαράδρες μικρού υψομέτρου, αλλά καλιεργείται σε πάρκα και δενδροστοιχίες. Εξάπλωση: αυτοφύεται στις θερμές περιοχές όλης της Ελλάδας Κατάσταση: κοινό Οικονομική σημασία: καλλωπιστικό, φαρμακευτικό Καθεστώς προστασίας: δεν υπάγεται
Εκπαιδευτικοί: ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΠΕΤΡΟΣ & ΚΟΝΤΑΚΗ ΑΦΡΟΔΙΤΗ |