Neotinea ustulata (L.) R. M. Bateman, Pridgeon & M. W. Chase 1997 – Νεοτινέα η κεκαυμένη

Συνώνυμο: Orchis ustulata L.

Προέλευση της ονομασίας: Το όνομα του γένους Neotinea συντίθεται από τη λέξη «νέο» – καινούργιο» και το επώνυμο του Ιταλού βοτανολόγου Vincenzo Tineo. Το β΄ συνθετικό της ονομασίας του είδους, προέρχεται από τη λατινική λέξη “ustulo” (επικαίω, καίω επιφανειακά) και συσχετίζεται με το ανώτερο τμήμα της ταξιανθίας του, που δίνει την εντύπωση ότι έχει καεί από φωτιά.

Περιγραφή: Πρόκειται για μία χαμηλού ύψους ορχιδέα που δεν ξεπερνά τα 30εκ. (μέσο ύψος 10-15εκ.). Στην κορυφή του βλαστού αναπτύσσεται πυκνή, κυλινδρική ταξιανθία με χαρακτηριστικό σκούρο χρώμα στο ανώτερο τμήμα της, δίνοντας την εντύπωση ότι είναι καμένη από φωτιά. Τα σέπαλα και τα πέταλα των ανθέων της σχηματίζουν έναν μικρό καφεκόκκινο θόλο (κουκούλα) στην κορυφή, ενώ στο κατώτερο μέρος τους διακρίνεται το ιδιαίτερα αναπτυγμένο λευκό, τετράλοβο χείλος με τα σκούρα βυσσινί στίγματα. Ξεχωριστό, επίσης, είναι και το άρωμά τους, που θυμίζει το άρωμα του μελιού.

Η Neotinea ustulata ανήκει στις αργά αναπτυσσόμενες ορχιδέες καθώς από τη φύτρωση του σπέρματος έως την άνθησή της απαιτούνται έως και 15 χρόνια.

Γεωγραφική εξάπλωση & βιότοπος: Είδος ευρείας εξάπλωσης στην Ευρώπη (κεντρική και νότια) και στην Ελλάδα. Συνήθως αναπτύσσεται σε ορεινά λιβάδια με ασβεστολιθικά εδάφη και πιο σπάνια σε ξέφωτα πευκοδάσους. Στην Καστοριά έχει παρατηρηθεί στα ορεινά λιβάδια του Γράμμου. Παρόλο που η χαμηλής έντασης βόσκηση του οικοτόπου της μπορεί να λειτουργεί ευεργετικά για τον πληθυσμό της (μειώνοντας τον ανταγωνισμό με άλλα ψηλότερα είδη), η εκτεταμένη και υψηλής έντασης βόσκηση μπορεί να επιφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα, καθώς τα βλαστικά της μέρη καταναλώνονται από κτηνοτροφικά είδη (αγελάδες και πρόβατα).

Περίοδος ανθοφορίας στην περιοχή της Καστοριάς: Όλο τον Ιούνιο.